Συνέντευξη του κ. Γιώργου Τζεφεράκου, προέδρου της ΕΠΑΨΥ, στην εφημερίδα Free Sunday και στην Αλεξάνδρα Παππά (φύλλο 25ης/4/2021)

April 26, 2021

 

 by epapsy

 

Η Εταιρεία Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ), σε συνεργασία με το υπουργείο Υγείας, υλοποιεί πρόγραμμα στήριξης ασθενών Covid-19, όσων έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα, τα οποία δεν μπόρεσαν να αποχαιρετήσουν, και υγειονομικών που δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή. Το βίωμα είναι συγκλονιστικό και μας το περιγράφει ο ψυχίατρος, πρόεδρος της ΕΠΑΨΥ, Γιώργος Τζεφεράκος.

 

Τι συμπέρασμα έχετε βγάλει μέχρι στιγμής μέσα από το πρόγραμμα στήριξης ανθρώπων που νόσησαν ή έχασαν ανθρώπους από Covid-19;

Η μέχρι τώρα εμπειρία από την υποστήριξη ασθενών Covid-19 και των συγγενών τους μας δείχνει πως οι άνθρωποι ζητούν βοήθεια και στήριξη όταν έχουν αποθεραπευτεί από τη νόσο ή αρκετό καιρό μετά την απώλεια αγαπημένων τους προσώπων. Φαίνεται πως όταν οι ρυθμοί της ζωής τους επιστρέφουν σε μια κανονικότητα αφήνουν χώρο στον εαυτό τους να επεξεργαστεί όσα βίωσαν. Κατά την πορεία εξέλιξης της νόσου ενεργοποιούν μηχανισμούς άμυνας, όπως αυτόν της απώθησης, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στην πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση που απειλεί ακόμα και την επιβίωσή τους. Μοιάζει να εστιάζουν στα σωματικά συμπτώματα που εμφανίζει η νόσος από Covid-19, αφήνοντας στην άκρη το αποτύπωμα που αφήνει στον ψυχισμό. Όταν, λοιπόν, η νόσος έχει κάνει τον κύκλο της και οι άνθρωποι επιστρέφουν στις παλιές τους συνήθειες (εργασία, κοινωνικές συναναστροφές), συνειδητοποιούν ότι η εμπειρία αυτή τους έχει αλλάξει ψυχικά. Τότε είναι που μας χρειάζονται. Ζητούν υποστήριξη, γιατί δυσλειτουργούν στην καθημερινότητά τους. Αναδύονται συναισθήματα φόβου και έντονου άγχους Το ίδιο συμβαίνει και με όσους έχασαν προσφιλή τους πρόσωπα. Αισθάνονται πως η επιστροφή στην κανονικότητα είναι δυσβάσταχτη.

 

Είναι μια εμπειρία που σε σημαδεύει για πάντα;

Κάθε τραυματική συνθήκη αφήνει στον ψυχισμό ένα αποτύπωμα. Ο τρόπος που διαχειρίζεται ο κάθε άνθρωπος ένα τραύμα εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Αρχικά, έχει να κάνει με την ψυχική ανθεκτικότητα του καθενός. Επίσης, σχετίζεται με το ψυχικό υπόβαθρο που υπήρχε πριν από την εμφάνιση του τραύματος. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που δρα προστατευτικά στη διαφύλαξη της ψυχικής υγείας είναι το δίκτυο, δηλαδή το υποστηρικτικό περιβάλλον που διαθέτει κάθε άνθρωπος. Το υποστηρικτικό περιβάλλον μπορεί να είναι συνάδελφοι, συγγενείς και φίλοι, αλλά και οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, που αποτελούν συνοδοιπόρους στην επεξεργασία και αναπλαισίωση του τραύματος.

 

Τι σημαίνει για τον ψυχισμό το βίωμα της διασωλήνωσης;

Η υπάρχουσα βιβλιογραφία αλλά και η παγκόσμια κλινική εμπειρία περιγράφουν την παραμονή σε ΜΕΘ και τη διασωλήνωση ως πολύ τραυματικές εμπειρίες για τους επιβιώσαντες της νόσου. Η ικανότητα και η δυνατότητα της αναπνοής είναι διαδικασίες σύμφυτες της ανθρώπινης ύπαρξης, τις θεωρούμε δεδομένες. Η αίσθηση της αδυναμίας για ανάσα, της έλλειψης «αέρα» που βιώνουν οι νοσούντες λίγο πριν τη διασωλήνωση θέτει σε αμφισβήτηση αυτήν ακριβώς τη δεδομένη λειτουργία και τους φέρνει σε επαφή με τον ύστατο φόβο, τον φόβο του θανάτου. Φοβούνται ποια θα είναι η έκβασή τους και αν θα καταφέρουν να επανέλθουν. Πολλοί από αυτούς ζητούν από το νοσηλευτικό προσωπικό να τους επιτρέψει να μιλήσουν με αγαπημένα τους πρόσωπα, προτού διασωληνωθούν, φοβούμενοι ότι μπορεί να είναι και η τελευταία φορά. Το στάδιο αναμονής μιας επικείμενης διασωλήνωσης στρεσάρει ιδιαίτερα τους ασθενείς, καθώς έχουν ήδη έρθει σε επαφή με ανθρώπους δίπλα τους που έχουν διασωληνωθεί και κάποιοι από αυτούς δεν τα έχουν καταφέρει. Πέρα όμως από τους ίδιους τους ασθενείς, η διασωλήνωση διακινεί έντονα συναισθήματα και στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Όπως μας αναφέρουν γιατροί και νοσηλευτές, έναν χρόνο μετά την έλευση της πανδημίας και έχοντας αποκτήσει αρκετή εμπειρία για την εξέλιξη του ιού, είναι σε θέση να αναγνωρίζουν ποιος ασθενής θα έχει καλή έκβαση και ποιος όχι. Αυτή η γνώση τούς δημιουργεί μεγάλο βάρος και πολλοί από αυτούς δυσκολεύονται στην επικοινωνία τους με τους ασθενείς που δεν έχουν καλή πρόγνωση. Μας έχουν αναφέρει, χαρακτηριστικά, πως αποφεύγουν τη βλεμματική επαφή μαζί τους όταν οι ασθενείς ρωτάνε με αγωνία αν θα διασωληνωθούν.

 

Με την αποσωλήνωση αρχίζει η επούλωση των τραυμάτων;

Το ίδιο τραυματικό περιγράφεται και το στάδιο της αποσωλήνωσης. Η πρώτη εικόνα που αντικρίζουν οι ασθενείς όταν αποσωληνώνονται είναι οι νοσηλευτές, που φοράνε την ειδική στολή προστασίας. Αναφέρεται πως οι ασθενείς βιώνουν έντονο αίσθημα τρόμου στη θέα της στολής, καθώς ο εγκέφαλός τους επεξεργάζεται με πιο αργό ρυθμό τα ερεθίσματα, λόγω της πολυήμερης διασωλήνωσης. Συχνά μάλιστα οι νοσηλευόμενοι σε ΜΕΘ μετά την αποσωλήνωση εμφανίζουν παραληρηματικού τύπου ιδέες: βρίσκονται σε σύγχυση, έχουν ψευδαισθήσεις, δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς έχει συμβεί, μοιάζει να βρίσκονται σε έναν μεταίχμιο χώρο ανάμεσα στη συνείδηση και στη φαντασία τους. Ο κόσμος τους είναι το κρεβάτι τους, δεν μπορούν να επικοινωνήσουν ακόμη και την πιο απλή τους ανάγκη. Για μία ακόμη φορά νιώθουν την απώλεια του δεδομένου. Όλα αυτά μαζί και σε συνδυασμό με τις επικρατούσες στις ΜΕΘ συνθήκες: ήχοι, φώτα, ιατρονοσηλευτικό προσωπικό πλήρως καλυμμένο από την προστατευτική στολή, μη επαφή με οικογενειακό περιβάλλον, καθιστούν τους ανθρώπους αυτούς ευάλωτους στην εμφάνιση συμπτωμάτων κατάθλιψης, άγχους, μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής. Η ζωή των ασθενών αυτών πιθανόν να μην είναι ποτέ η ίδια μετά τη ΜΕΘ, η νοσηλεία σε εντατική και η διασωλήνωση περιγράφονται ως γεγονότα-ορόσημα για τη ζωή τους. Παρατηρείται και καταγράφεται εξάλλου ένα ειδικό σύνδρομο γνωστικών και ψυχολογικών δυσλειτουργιών μετά την παραμονή σε ΜΕΘ, το οποίο και καθιστά αναγκαία την ψυχολογική υποστήριξη των επιζησάντων αυτής της τραυματικής συνθήκης.